Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΚΡΑΦ

 



1. «Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΛΑΧΤΑΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΙ» είναι ο τίτλος της τριλογίας που

κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Kaktos. Μιλήστε μας γιαυτήν.

 

Πρώτα απ' όλα, θέλω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για το ενδιαφέρον σας για το πρόσωπό μου και το μεγάλο μου μυθιστόρημα. 

        Το τρίτο βιβλίο δεν έχει ακόμη εκδοθεί. Τα δύο πρώτα βιβλία της τριλογίας "Η γυναίκα που λαχταρούσε να αγαπήσει" έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί, το τρίτο είναι ακόμη στα σκαριά.

            Κάνατε όμως μια πολύ δύσκολη ερώτηση, επειδή έχει μεγάλη ευρύτητα, που αγκαλιάζει και τα τρία βιβλία. Για τι ακριβώς θέλετε να σας μιλήσω – για τους φανταστικούς χαρακτήρες, για το χρονικό πλαίσιο της τριλογίας που εκτείνεται σε περισσότερο από μισό αιώνα, για τους πραγματικούς πολιτικούς που είναι επίσης ήρωες της τριλογίας μου; Εν συντομία, η τριλογία μου "Η γυναίκα που λαχταρούσε να αγαπήσει" είναι η ιστορία μιας γυναίκας που θέλει να αγαπήσει και που δεν θέλει να εγκαταλείψει τα πιστεύω και τις αρχές της. Όντας ένας ολοκληρωμένος χαρακτήρας, δεν μπορεί να αποδεχτεί μια πραγματικότητα στην οποία η μία αλήθεια έχει αντικατασταθεί από πολλές διαφορετικές αλήθειες, όπου οι λαοί έχουν παραδώσει τη μοίρα τους στα χέρια πουλημένων πολιτικών και ψευδόμενων παπάδων. Γι' αυτήν είναι απαράδεκτη μια πραγματικότητα από την οποία εξαφανίζονται η δικαιοσύνη, η ομορφιά και η αγάπη. Είναι αδιανόητο γι' αυτήν να φτιάξει μια μικρή, άνετη φωλιά σε έναν τέτοιο κόσμο και να ζήσει ήσυχα τα χρόνια της σ' αυτήν. Θέλει να καταλάβει γιατί ο ανθρώπινος κόσμος καταστρέφει τον ανθρώπινο πολιτισμό.

            Κάθε βιβλίο της τριλογίας “Η γυναίκα που λαχταρούσε να αγαπήσει” έχει τον δικό του ξεχωριστό τίτλο. Το πρώτο βιβλίο έχει τον τίτλο "Το Ξύπνημα", όχι χωρίς λόγο. Ξεκινώντας με τη γέννηση της πρωταγωνίστριάς μου, της Ελισαβέτα Τροπίνινα, διηγείται την ευτυχισμένη παιδική της ηλικία, που την πέρασε σε ένα μεγάλο σπίτι με έναν όμορφο κήπο. Τέσσερις ενήλικες - οι γονείς της, ο παππούς και η γιαγιά της - την περιέβαλαν με αγάπη και ομορφιά προστατεύοντάς την από την ασχήμια και τη σκληρότητα του συστήματος για εννέα ολόκληρα χρόνια. Το παραμύθι της ανέμελης παιδικής ηλικίας τελειώνει με τον θάνατο του παππού της Νικήτα: η ζωή ρίχνει αμέσως τη Λίζα σε μια δίνη θλίψης, απώλειας και απογοήτευσης. Καθώς η ηρωίδα μου μεγαλώνει, το σύστημα της σοβιετικής αυτοκρατορίας είναι έτοιμο να την καταπιεί, μετατρέποντάς την σε μια γκρίζα, υπάκουη και φοβισμένη σοβιετική πολίτη. Η Ελισαβέτα αντιστέκεται στο σύστημα με τον δικό της τρόπο, διατηρώντας τη συνήθεια της ανεξάρτητης σκέψης που της εμφυσήθηκε από παιδί. Δεν αφήνει τον εαυτό της να χειραγωγηθεί, αλλά ξεχωρίζει από το πλήθος και, όταν, από θέλημα της μοίρας, βρίσκεται στην KGB, δεν επιτρέπει να την εκφοβίσουν και να καταπατήσουν την αξιοπρέπειά της οι ανώτεροί της. Παρά τη σοβιετική καθημερινότητα, που χαρακτηρίζεται από συνεχή καταστροφή και φτώχεια, διατηρεί την αίσθηση της ομορφιάς. Στο πρώτο βιβλίο, η ηρωίδα μου είναι ατρόμητη αλλά ακόμα πολύ αφελής. Συνεχίζει να αναζητά την αγάπη που έχασε στα παιδικά της χρόνια, εξακολουθώντας να πιστεύει ότι η αγάπη μπορεί να την προστατεύσει από όλες τις αντιξοότητες, όπως ακριβώς την προστάτευε όταν ήταν παιδί.

            Ο έρωτας των ενηλίκων, που αποδεικνύεται ότι δεν είναι χαρά αλλά πόνος, ξυπνάει τη Λίζα από το μαγεμένο όνειρο της παιδικής της ηλικίας. Θέλει, με κάθε τρόπο, να δραπετεύσει πέρα από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Τα καταφέρνει, αλλά η ελευθερία της συνοδεύεται από όρους που δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει.

            Το δεύτερο βιβλίο, με τίτλο “Αμείλικτη Συγχώρεση”, αφηγείται πώς, αφού πέρασε από το χωνευτήρι των μεγάλων λαθών και περισσότερων από μία προδοσίες, η Ελισαβέτα, αν και εξακολουθεί να πιστεύει στην αγάπη, δεν την αναζητά πλέον. Κατάλαβε επιτέλους τα μαθήματα που της δίδαξε η ζωή: δεν πρέπει να αναζητά κανείς στήριξη σε ένα άλλο πρόσωπο, δεν πρέπει να εμπιστεύεται κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό του, δεν πρέπει να βασίζεται σε υποσχέσεις άλλων, πρέπει να βασίζεται μόνο στο  δικό του μυαλό. Ζώντας κάτω από την ίδια στέγη με τον Δημήτρη Ζάγκο, τον σωτήρα της και, ταυτόχρονα, τον δήμιό της, αρχίζει να ζωγραφίζει για να μην τρελαθεί από τις συνεχείς παρενοχλήσεις του. Το ταλέντο που κληρονόμησε από τον παππού και τον πατέρα της ξυπνά μέσα της. Είναι σαν ο ίδιος ο Θεός να της έβαλε στο χέρι πρώτα ένα μολύβι και μετά ένα πινέλο και να της είπε: "Κοίταξε μέσα σου και ανακάλυψε τον εαυτό σου".

            Στο δεύτερο βιβλίο η ηρωίδα μου ανακαλύπτει τον εαυτό της, συνεχίζει να είναι ατρόμητη, αλλά ταυτόχρονα γίνεται ένα άτομο με αυτάρκεια και αυτοπεποίθηση. Όντας κάποτε παθιασμένα και ανιδιοτελώς ερωτευμένη με τον Τζωρτζ Αλιάγα, τώρα απλά του επιτρέπει απλά να βρίσκεται δίπλα της. Εκείνος, από την άλλη πλευρά, έχοντας συνειδητοποιήσει πόσο ταλαντούχα είναι η Λίζα, ανάβει από μια ακατανίκητη επιθυμία να γίνει ιδιοκτήτης κι αυτής και των πινάκων της. Είναι έτοιμος να τη βοηθήσει με μιά έκθεση, όμως εκείνη, γνωρίζοντας το τίμημα των υποσχέσεών του, στρώνει μόνη της το δρόμο προς την αναγνώριση. Και τότε εμφανίζεται ένας νέος ήρωας που δεν υπήρχε στο πρώτο βιβλίο της τριλογίας - ο Έντμουντ φον Νάρβιτζ. Αυτό αποτελεί μια μεγάλη έκπληξη για τον αναγνώστη. Ο Έντμουντ που είναι ένας πολύ ευκατάστατος άνδρας και βοηθάει τη Λίζα να οργανώσει την πρώτη της έκθεση, θα μπορούσε να είναι ό,τι αυτή ονειρευόταν - ένα στήριγμα, ένας καθοδηγητής, ένας άνδρας στον οποίο μπορεί να βασιστεί και ο οποίος δεν θα την προδώσει ποτέ. Εκτός από ένα πράγμα - ο φον Νάρβιτζ δεν μπορεί να της προσφέρει σαρκική οικειότητα επειδή είναι ανάπηρος.

            Η σχέση μεταξύ της Λίζα και του φον Νάρβιτζ είναι ένα δράμα, που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, γεμάτο απρόσμενες ανατροπές και περιπέτειες. Η γνωριμία τους, που πραγματοποιείται μέσω κοινών γνωστών, ξεκινά με συζητήσεις. Οι διάλογοι αυτών των δύο ισότιμων μυαλών είναι γραμμένοι ειδικά για όσους θέλουν να καταλάβουν και να μάθουν. Το φάσμα των θεμάτων είναι τεράστιο - από την τέχνη μέχρι την πραγματική ζωή, από τον έρωτα και τις πολλές μορφές του, μέχρι την πίστη, τον θάνατο και την καταδίκη του ανθρώπινου πολιτισμού. Το σπίτι του φον Νάρβιτζ είναι μια ζεστή, άνετη και ασφαλής φωλιά όπου η Λίζα θα μπορούσε να ζήσει μια ξέγνοιαστη και ευτυχισμένη ζωή, μα εκείνη απορρίπτει το δώρο της μοίρας και φεύγει για το Κίεβο, όπου θάβει τη μητέρα της, όπου, κατά τη διάρκεια της Πορτοκαλί Επανάστασης, οι διαδηλωτές που ζητούσαν δίκαιες εκλογές στην κεντρική πλατεία γράφουν ιστορία, όπου πέφτει θύμα απαγωγής και όπου ο πρώην συνεταίρος της, ο Γιεβγένι Γιεσουίτωφ, που την κυνηγούσε τόσα χρόνια, δολοφονείται μπροστά στα μάτια της. Στο Κίεβο, συναντά έναν παλιό φίλο που της λέει ποιός κρύβεται πραγματικά πίσω από την Πορτοκαλί Επανάσταση και πώς οι αξιωματικοί ασφαλείας της SBU, συντασσόμενοι με τον λαό, απέτρεψαν την αιματοχυσία σταματώντας τη σφαγή των διαδηλωτών. Στο Κίεβο, η Λίζα συνειδητοποιεί ότι περιμένει το παιδί του Τζωρτζ, ο γιος της, ο Ιγνάτ, γίνεται πατέρας, η ατελείωτα αγαπημένη γιαγιά της, η Άννα, σβήνει...

            Επιστρέφοντας στην Αθήνα, η Λίζα χωρίζει με τον Τζωρτζ και αποσύρεται στην Αίγινα, όπου περνά τους υπόλοιπους μήνες πριν από τη γέννηση του παιδιού της σε πλήρη μοναξιά. Ο Έντμουντ υπομένει στωικά την αφοσίωσή της στα πιστεύω της, καθώς και τη συνεχή μάχη της για την ανεξαρτησία της. Βαθιά ερωτευμένος μαζί της, υπομένει έναν μακρύ αποχωρισμό από αυτήν, όταν, αφού παίρνει τη νεογέννητη κόρη της, δεν πηγαίνει κυριολεκτικά πουθενά. Για τέσσερα χρόνια η Λίζα ζει σε ένα ταπεινό διαμέρισμα στην Αγία Παρασκευή, μεγαλώνοντας τη μικρή Στεφάνια. Όμως ο φον Νάρβιτζ, που έχει σώσει τη Λίζα και τη Στεφάνια από βέβαιο θάνατο, δεν μπορεί να ξεχάσει εκείνο το βαθύ φιλί, το οποίο, ανήμερα των Χριστουγέννων, είχε δει από το παράθυρο του σπιτιού του. Τώρα είναι η σειρά του να εγκαταλείψει τη Λίζα, η οποία έχει επιστρέψει από τη Σόφια, όπου είχε περάσει τρεις μήνες δίπλα στο κρεβάτι του ετοιμοθάνατου Άνταμ Ερατεινού.

            Όσο για την «εκδίκηση χωρίς έλεος», αυτή πραγματοποιείται, αλλά όχι με τον τρόπο που είχε σχεδιάσει η Λίζα. Πραγματοποιείται με θεϊκή σχεδόν παρέμβαση.

            Το δεύτερο βιβλίο "Ανελέητη Συγχώρεση" περιέχει άλλη μια έκπληξη για τον αναγνώστη - σε αυτό το βιβλίο, εκτός από διάφορα ιστορικά γεγονότα που περιγράφονται με ακρίβεια ντοκουμέντου, εμφανίζονται και τα ονόματα πραγματικών πολιτικών. Η παράδοση αυτή θα συνεχιστεί και στο τρίτο βιβλίο. Άνθρωποι με πραγματικά και όχι  με φανταστικά ονόματα, οι οποίοι, έχοντας αναλάβει την ευθύνη για τη μοίρα του κόσμου και αποτυγχάνοντας να την αντιμετωπίσουν, αξίζουν να είναι οι ήρωες του μυθιστορήματός μου.

            Δεν θα σας μιλήσω για το τρίτο βιβλίο, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και, όπως οι περισσότεροι συγγραφείς, είμαι προληπτική. Θα πω μόνο ότι, αν ο τόπος δράσης του πρώτου μυθιστορήματος είναι η Ουκρανία και του δεύτερου η Ελλάδα, το τρίτο βιβλίο μας μεταφέρει στην Αγγλία και μετά πάλι στην Ουκρανία, όπου αρχίζει ο πόλεμος. Ο κύκλος κλείνει - η ηρωίδα μου επιστρέφει στην πατρίδα της. Θα ιντριγκάρω επίσης τον αναγνώστη με το γεγονός ότι το τρίτο βιβλίο ανοίγει όχι μόνο με τον νέο γάμο της Λίζα και τη μετακόμισή της στο Λονδίνο, αλλά και με τη γνωριμία της με τον άνθρωπο που έφερε τον Πούτιν στην εξουσία. Ο αναγνώστης θα μάθει για γεγονότα άγνωστα σε αυτόν, ενδιαφέροντα και συναρπαστικά.

 

2. «ΑΜΕΙΛΙΚΤΗ ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ» ονομάσατε το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας. Ποιά ήταν η πηγή έμπνευσης;

 

Δεν περιμένω την έμπνευση. Ποτέ. Ο πατέρας μου, που ήταν καλός ζωγράφος, έγραψε πάνω σε ένα από τα σκίτσα του ειδικά για μένα: "Η τέχνη είναι: 1% ταλέντο και 99% εργασία". Τί άλλο μπορώ να σας πω; Δουλεύω κάθε μέρα, χωρίς Σαββατοκύριακα και αργίες. Δεν θυμάμαι πια τί είναι διακοπές. Αν περιμένεις την έμπνευση, δεν μπορείς να γράψεις τίποτα. Έρχεται αφού έχεις γράψει μερικές σελίδες, όταν έχεις κάνει πολλές προσπάθειες να βάλεις τις σκέψεις σε λέξεις και φράσεις, όταν ολόκληρες παράγραφοι έχουν σβηστεί χωρίς έλεος και έχουν ξαναγραφτεί, επειδή, επιδιώκοντας την τελειότητα, θές να διατυπώσεις καλύτερα, πιο καθαρά, πιο λαμπερά. Έτσι ώστε να το θυμάται κανείς. Έτσι ώστε να γίνει αντιληπτό. Έτσι ώστε να προκαλέσει το ενδιαφέρον για το βιβλίο, για την ανάγνωση και τη σκέψη. Η έμπνευση έρχεται ενώ εργάζεσαι. Και έπειτα, όπως έχω πει πολλές φορές, η έμπνευση, όταν παρασύρεται απ’ το βαθύ λαγούμι της με σκληρή δουλειά, δεν φέρνει απαραίτητα μαζί της θετικές δονήσεις. Πολύ συχνά η έμπνευση έρχεται στα φτερά της απόγνωσης και του φόβου, μερικές φορές έρχεται με τις τραγωδίες και τις καταστροφές, μερικές φορές έρχεται με την κατάφωρη αδικία. Μπορεί η έμπνευση να έχει την υπόσταση του πόνου και της θλίψης; Ναι, μπορεί. Η πεζογραφία και η ποίηση  της καταγγελίας, της έκθεσης και της ενσυναίσθησης γράφονται στην αγκαλιά μιας τέτοιας ακριβώς έμπνευσης.

            Αν εννοείτε την έμπνευση ως την ιδέα που με ώθησε να αρχίσω να γράφω την τριλογία “Η γυναίκα που λαχταρούσε να αγαπήσει”, αυτό είναι άλλο θέμα. Η ιδέα βρισκόταν ήδη στην επιφάνεια. Είχα ανάγκη να κάνω αυτό που έκανα - να δείξω τη μοίρα και τη ζωή μιας γυναίκας σε έναν κόσμο συστημάτων και στερεότυπων, σε έναν κόσμο υποχρεώσεων και ευθυνών, σε έναν κόσμο χρημάτων, ψεύτικων αξιών και κατανάλωσης, σε έναν κόσμο ψεύδους, δωροδοκίας και κυνισμού, σε έναν κόσμο ανδρών που θεωρούν τους εαυτούς τους αφέντες στον κόσμο όπου οι ίδιοι τα έχουν κάνει σκατά προ πολλού και αμετάκλητα.

 

3. Έχετε κάποια κοινά σημεία με την πρωταγωνίστρια της ιστορίας;

 

Ναι, υπάρχουν, αλλά όχι πολλά. Στο πρώτο βιβλίο, το Ξύπνημα είναι το Ισμαήλ, όπου γεννήθηκε η ηρωίδα μου και όπου γεννήθηκα κι εγώ η ίδια. Δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερο μέρος για να γεννηθεί η Λίζα και να περάσει τα παιδικά της χρόνια. Στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας, στο «Αμείλικτη Συγχώρεση», είναι τα δύο κεφάλαια "Ο θάνατος των θεών" και "Η πτώση του ανθρώπου". Αυτή είναι η μοναδική περίπτωση και η μοναδική φορά που επέτρεψα στον εαυτό μου να γίνει η ηρωίδα μου ή το αντίστροφο, όταν εκείνη έγινε εγώ. Μιλάμε για την εποχή που η Λίζα ζει με τον Τζωρτζ Αλιάγα κάτω από την ίδια στέγη, ζωγραφίζει τους πίνακές της και τα βράδυα, απομονωμένη στο εργαστήριό της με ένα ποτήρι κρασί, καλεί εκεί τους Μεγάλους, οι οποίοι συζητούν μαζί της και μεταξύ τους, διηγούμενοι ο καθένας την εποχή του και διαφωνώντας για το νόημα της ύπαρξης. Η μοναδικότητα αυτών των δύο κεφαλαίων έγκειται στο γεγονός ότι όλα όσα λένε οι Μεγάλοι που έρχονται στην ηρωίδα μου δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μου. Οι μονόλογοι και οι διάλογοι τους είναι είτε αποσπάσματα από τα έργα τους είτε αποσπάσματα από συνεντεύξεις τους, είτε αποφθέγματά τους. Υπάρχουν εκεί σαράντα ονόματα και όλα είναι τα αγαπημένα μου. Από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα....

 





4. Ποιό ρόλο παίζει ο Θεός στο βιβλίο σας; Τί σας δυσκόλεψε κατά τη διάρκεια της

συγγραφής;

 

Έχετε απόλυτο δίκιο, ο Θεός παίζει πολύ συγκεκριμένο ρόλο στη ζωή της πρωταγωνίστριάς μου. Όμως όταν μιλάμε για τον Θεό ας συμφωνήσουμε οτι θα κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην πίστη και τη θρησκεία, με άλλα λόγια, τον Θεό και τους απατεώνες-παπάδες. Οι ιερείς που δεν ισχυρίζονται ότι είναι "αγγελιοφόροι" ή "εκπρόσωποι" του Θεού επι της Γης, οι οποίοι υπηρετούν τους ανθρώπους και συνεπώς υπηρετούν τον Θεό, μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Οι υπόλοιπες στρατιές με ράσα είναι οι αυτοαποκαλούμενοι εκπρόσωποι του Θεού, που υπηρετούν την εξουσία και αρμέγουν το εξαπατημένο ποίμνιό τους.

            Για τον Θεό λοιπόν, από την οπτική γωνία της ηρωίδας μου και, φυσικά, τη δική μου. Ο καθένας έχει τη δική του σχέση με τον Θεό. Μια σχέση μαζί Του, αν υπάρχει, είναι πολύ προσωπική υπόθεση. Οι πεπεισμένοι άθεοι θα ρωτήσουν - πώς μπορείς να μιλήσεις με κάποιον του οποίου η ύπαρξη είναι αναπόδεικτη; Ένας σιωπηλός Θεός του οποίου η ύπαρξη βασίζεται αποκλειστικά στην πίστη. Ο καθένας μας έχει διαφορετικές εμπειρίες με αυτό το ζήτημα, γι' αυτό και λέω ότι είναι ένα πολύ προσωπικό θέμα.

            Πρώτον, πρέπει να διευκρινίσουμε για τι είδους Θεό μιλάμε. Ελπίζω ότι δεν μιλάμε για το είδος του Θεού που κηρύττει η εκκλησία - έναν σκληρό Θεό, ο οποίος ενσταλάζει φόβο στους πιστούς, ταπεινώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απαιτεί θυσίες με τη μορφή διαφόρων βασανιστηρίων της σάρκας, απομόνωση, ατελείωτη λατρεία των "προβάτων" ενώπιον του Ουράνιου Βασιλιά. Ένας Θεός για λογαριασμό του οποίου άναβαν φωτιές, στις οποίες καίγονταν άνθρωποι, βιβλία και αντικείμενα τέχνης. Έναν τέτοιο Θεό κηρύττουν οι παπάδες, υποσχόμενοι κάποιον παράδεισο στους υπάκουους και εκφοβίζοντας τους αμαρτωλούς με κάποια κόλαση.

            Η ηρωίδα μου έχει τον δικό της Θεό. Έναν Θεό-δημιουργό που έφτιαξε τη Γη και τον άνθρωπο. Το πώς ακριβώς, αν με τον τρόπο που περιγράφεται στη Βίβλο ή με άλλον τρόπο - δεν έχει σημασία. Ο Θεός της δημιουργεί ο Ίδιος και ενθαρρύνει τον άνθρωπο να δημιουργήσει αριστουργήματα. Οι ιδιοφυΐες ανάμεσά μας είναι η μόνη απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Οι ιδιοφυΐες δεν εντάσσονται σε κανένα επιστημονικό ή ψευδοεπιστημονικό σύστημα, επειδή είναι εντελώς τυχαίες επιλογές. Ο Θεός της ηρωίδας μου, ο τόσο διαφορετικός από τον "εκκλησιαστικό" Θεό, δίνει δύναμη σε μια δύσκολη στιγμή και ενθαρρύνει τον άνθρωπο να καταφέρει πράγματα, εμπνέοντάς τον να δημιουργήσει, να αποκτήσει γνώσεις, να αναπτύξει την προσωπικότητά του, ανεβαίνοντας όλο και ψηλότερα, μέχρι το χέρι του ανθρώπου να αγγίξει το χέρι του Θεού. Ο Μιχαήλ Άγγελος έδωσε την απάντηση σε όλα τα ερωτήματα με την τοιχογραφία του στην Καπέλα Σιξτίνα. Ωστόσο, η ανθρωπότητα δεν κατάλαβε αυτό το μήνυμα. Δεν θέλησε να κοιτάξει ψηλά, υποκλίθηκε στους παπάδες. Ο καθένας κάνει τις δικές του επιλογές.

            Για να καταλάβετε τη σχέση μεταξύ της Ελισαβέτα και του Θεού, θα πρέπει να διαβάσετε το βιβλίο. Υπάρχουν μερικά πολύ ενδιαφέροντα κεφάλαια σχετικά με αυτό. Πηγαίνει στην Αίγινα για να γεννήσει τη Στεφάνια, όχι χωρίς λόγο. Ενθυμούμενη πόσες φορές ο Θεός την έσωσε από επικείμενο θάνατο όταν ήταν παιδί, προκαλεί ξανά τον Θεό - θα την προστατεύσει από τον θάνατο αυτή τη φορά; Η σχέση τους είναι εκπληκτικά ανθρώπινη και προσγειωμένη και, ταυτόχρονα, μεγαλειώδης. Ο Θεός δεν έχει τίποτα να κάνει με τον παράδεισο ή την κόλαση, που και τα δύο υπάρχουν εδώ στη Γη, πουθενά αλλού. Θεός είναι η ικανότητα να βλέπεις και να εκτιμάς την ομορφιά, Θεός είναι ένα όμορφο, δηλαδή ανεξάρτητο μυαλό που προστατεύει τον άνθρωπο από τη χειραγώγηση και το απρόσωπο πλήθος, Θεός είναι το άγνωστο από όπου εμφανίστηκαν οι δυνάμεις που σου δόθηκαν για να ξεπεράσεις τη θλίψη, το φόβο και τη σύγχυση.

Με λίγα λόγια, διαβάστε το βιβλίο. Υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα εκεί μέσα για όσους ενδιαφέρονται.

            Σε ότι αφορά τις δυσκολίες κατά τη διάρκεια της συγγραφής, υπάρχει μονο μία – η έλλειψη χρόνου. Επειδή πρώτα απ’ όλα είμαι γυναίκα, που μαγειρεύει, καθαρίζει, φυτεύει λουλούδια και κατά καιρούς κάνει γενική καθαριότητα στο σπίτι. Έτσι ο χρόνος είναι κάτι που με τρελαίνει και που περνάει όλο και πιο γρήγορα…

           

 

5. Πόσο εύκολο είναι για μια έμπειρη συγγραφέα σαν κι εσάς να καταγράψει μια ιστορία χωρίς επαναλήψεις και ανακρίβειες;

 

Θέλετε να σας αποκαλύψω μερικά από τα μυστικά της συγγραφικής μου κουζίνας; Έχω έναν μεγάλο πίνακα που κρέμεται στον τοίχο δίπλα στο γραφείο όπου εργάζομαι. Σε αυτόν τον πίνακα υπάρχουν δεκάδες αποκόμματα με πραγματολογικό υλικό, σημειώσεις, φωτογραφίες, σχέδια και, σκαρωμένες μέσα στη νύχτα, εκφράσεις και ιδέες. Ωστόσο, στην πιο περίοπτη θέση αυτού του πίνακα είναι καρφιτσωμένες μερικές πολύ σημαντικές σελίδες, γραμμένες με τα ονόματα, τις σύντομες βιογραφίες και τις ημερομηνίες γέννησης όλων των χαρακτήρων, παραθέτουν ήδη γραμμένα κεφάλαια με το σύντομο σχέδιό τους, σημειώνουν το έτος, τον μήνα και την ημέρα που συνέβη αυτό ή εκείνο το γεγονός στη ζωή των χαρακτήρων μου. Έτσι, ο Έντμουντ φον Νάρβιτζ έγινε ανάπηρος μετά από έναν σεισμό που συνέβη πραγματικά και έχει ημέρα, μήνα, έτος και τόπο όπου συνέβη. Τα ιστορικά γεγονότα επίσης δεν μπορούν να επαναληφθούν επειδή, όπως είπα, είναι γραμμένα με ακρίβεια ντοκουμέντου, αποτελούν την προϋπόθεση μελλοντικών γεγονότων, συνδέονται με τον τάδε ή τον δείνα χαρακτήρα και εξελίσσονται μαζί με την αφήγηση. Εν ολίγοις, ένα μεγάλο μυθιστόρημα είναι ένα μεγάλο και επίπονο έργο.

 

6. Τί να περιμένουμε στο τρίτο μέρος της τριλογίας; Τελικά είναι αλήθεια ότι οι λαοί έχουν ακολουθήσει λάθος δρόμο;

 

Εν μέρει έχω ήδη απαντήσει σε αυτό το ερώτημα. Δεν θα μιλήσω για το περιεχόμενο του τρίτου βιβλίου. Όσον αφορά τα έθνη που πήραν λάθος δρόμο ή μάλλον οδηγήθηκαν στο χείλος της αβύσσου, αυτό είναι από το δεύτερο βιβλίο. Εκεί αφηγούμαι σε πρώτο πρόσωπο την εποχή της κατάρρευσης της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Δεν το συνειδητοποιούν όλοι, όμως οι συνέπειες αυτού του γεγονότος άλλαξαν τον κόσμο και εξακολουθούν να επηρεάζουν τη μοίρα των λαών όλο και περισσότερο. Οι ρεπούμπλικες που ξέφυγαν από την παγίδα της σοβιετικής αυτοκρατορίας άρχισαν να αναζητούν τους δικούς τους δρόμους. Ωστόσο, δεν εξαρτώνται πολλά από αυτές. Στις αρχές της δεκαετίας του '90, όπως και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο κόσμος διαιρέθηκε από τους νικητές. Αποφάσισαν ποιούς θα έπαιρναν στον "πολιτισμένο κόσμο" και ποιούς θα έδιναν πίσω στη Ρωσία, η οποία αυτοανακηρύχθηκε κληρονόμος της ΕΣΣΔ. Η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία πέρασαν στον Δυτικό κόσμο, ο οποίος κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο, ενώ η Ουκρανία όχι μόνο παραδόθηκε στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας, αλλά και αφοπλίστηκε πλήρως. Ο Μπους ο πρεσβύτερος απείλησε την Ουκρανία ότι αν δεν αποποιηθεί το τρίτο μεγαλύτερο στον κόσμο πυρηνικό της οπλοστάσιο, οι ΗΠΑ δεν θα αναγνώριζαν ποτέ ως ανεξάρτητο κράτος την Ουκρανία. Έδωσαν το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ουκρανίας στη Ρωσία. Και τώρα τί; Τώρα η Ρωσία εκβιάζει ολόκληρο τον κόσμο με αυτούς ακριβώς τους πυραύλους. Αλλοίμονο, οι υπερδυνάμεις έχουν κάνει πολλά τραγικά λάθη και συνεχίζουν να κάνουν... Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι ηγέτες οδήγησαν τα έθνη στην άκρη της αβύσσου, όπου και βρισκόμαστε τώρα.

            Όμως, στις μέρες μας, οι ίδιοι οι λαοί επίσης τρέχουν προς το χείλος της αβύσσου. Ένας από τους αγαπημένους μου σατυρικούς συγγραφείς, ο Stanislaw Jerzy Lec, είπε: "Η τεχνολογία είναι τεχνολογία, αλλά το ασανσέρ χαλάει πιο συχνά από τις σκάλες". Υπάρχει ένα πολύ βαθύτερο νόημα σε αυτή τη φράση απ' ό,τι φαίνεται με την πρώτη ματιά, γιατί υποδηλώνει το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε στραφεί.

            Κοιτάξτε τι συμβαίνει. Η ανθρωπότητα είναι τώρα απασχολημένη με την εκπαίδευση της Τεχνητής Νοημοσύνης και ετοιμάζεται να κατακτήσει άλλους πλανήτες. Δεν έχουν ακόμα μάθει να χρησιμοποιούν το μυαλό τους περισσότερο από το 10%. Αυτό κατά μέσο όρο - κάποιοι το χρησιμοποιούν κατά 8%, άλλοι κατά 18%. Όμως αποφασίσαμε να μην ασχοληθούμε - γιατί να αναζητήσουμε έναν τρόπο να χρησιμοποιούμε στο έπακρο αυτόν τον μοναδικό και τέλειο υπολογιστή, που τον κουβαλάμε πάντα μαζί μας, που δεν χρειάζεται επαναφόρτιση και που δεν υπερθερμαίνεται ποτέ; Όχι, εμείς πήραμε τον άλλο δρόμο, αποφασίζοντας να δημιουργήσουμε μια νοημοσύνη έξω από εμάς. Επιτρέψτε μου να αναφερθώ και πάλι στον Stanislaw Lec, ο οποίος έζησε στο πρώτο μισό του περασμένου αιώνα, αλλά ακόμη και τότε ήταν σε θέση να συνειδητοποιήσει ότι "ένας ηλεκτρονικός εγκέφαλος θα σκέφτεται για εμάς, όπως ακριβώς η ηλεκτρική καρέκλα πεθαίνει για εμάς".... Η Apple ξοδεύει εκατομμύρια για να εκπαιδεύσει την τεχνητή νοημοσύνη να γράφει βιογραφικά σημειώματα, διπλωματικές εργασίες και να δίνει εξετάσεις αντι για εμάς. Γιατί να ασχοληθούμε; Εδώ όμως ανακύπτει ένα ερώτημα - ποιός θα κατακτήσει το επάγγελμα του γιατρού, του αρχιτέκτονα και του δασκάλου; Κι αυτά η τεχνητή νοημοσύνη; Και τι θα κάνει η ανθρωπότητα; Θα μειώσει τη χρήση της δικής της φαιάς ουσίας στο 1% και θα αρχίσει να ζει τη ζωή των συβαριτών ή θα υποβιβαστεί στη ζωή των μανιταριών; Όσο για την εξερεύνηση άλλων πλανητών... Είναι απλό: έχουμε γεμίσει με βρωμιές τον δικό μας, τώρα θα πάμε να βρωμίσουμε κι άλλους πλανήτες, αφού δεν είναι πια δυνατόν να σώσουμε τον δικό μας. Αντί να βελτιώσουμε τους εαυτούς μας και το σπίτι μας, το οποίο παραλάβαμε ως δώρο, έχοντας καταστρέψει τη Γη μας, ψάχνουμε για νέα πεδία δοκιμών της βαρβαρότητάς μας.

            Τώρα είναι η ώρα, όπως λέει η Βίβλος, "πέντε λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα", όχι για να εκπαιδεύσουμε την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά για να επιστρέψουμε σε μια λογική, χωρίς υπερβολές, αίμα και τρέλα, ανθρώπινη ζωή.

 

7. Στείλτε το δικό σας μήνυμα στους αναγνώστες του blog.

 

            Επειδή δεν μου αρέσει να κάνω κηρύγματα, το μήνυμά μου θα είναι πολύ σύντομο. Ο ίδιος ο Stanislaw Lec είπε: "Μαζικοί πρέπει να είναι οι αναγνώστε, όχι η τέχνη". Έτσι, το μήνυμά μου, προς όλους εκείνους που εξακολουθούν να είναι φίλοι με την κοινή λογική, είναι να γίνουν αυτοί μαζικοί αναγνώστες και να τρέξουν μακριά από τη μαζική κουλτούρα, τη μαζική πολιτική και τη μαζική ηλιθιότητα. Διαβάστε βιβλία και αναπτύξτε μια προσωπικότητα που δεν μπορεί να εξαπατηθεί και να εκφοβιστεί.

           

            Σας ευχαριστώ πολύ που μου δώσατε την ευκαιρία να μοιραστώ τις απόψεις και τις σκέψεις μου.

 

           

 

           

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Τι φοβάται το Ισραήλ από την Παλαιστίνη;" Ένα ενδιαφέρον βιβλίο από τον Παλαιστίνιο ακτιβιστή Raja Shehadeh Εκδόσεις Μεταίχμιο

  Δελτίο Τύπου   Τι φοβάται το Ισραήλ από την Παλαιστίνη; του  Raja   Shehadeh   Τι σημαίνει ο πόλεμος στη Γάζα για το μέλλον των δύο χωρών;...