Η Πολυξένη άνοιξε τον φάκελο που κρατούσε στα χέρια της. Ένα εξώφυλλο περιοδικού πρόβαλε μπροστά στα μάτια της και της έκοψε την ανάσα. Ήταν η κοπέλα που την επισκεπτόταν στα όνειρά της. Η ομοιότητά τους ήταν συγκλονιστική!
Αυτή είναι η μητέρα σου.
Τα καλλιγραφικά γράμματα της γιαγιάς της έκαναν τις συστάσεις.
Σε ένα άλλο εξώφυλλο χαμογελούσε παιχνιδιάρικα και πίσω της ήταν ένας άντρας· κάποιος είχε κυκλώσει τη μορφή του.
Αυτός είναι ο πατέρας σου, διάβασε και αναρωτήθηκε γιατί δεν υπήρχε ούτε μια φωτογραφία του στο σπίτι όπου έμενε με την Ασημίνα. Ήταν ένας ωραίος άντρας, ένας άντρας που είχε το ερωτευμένο βλέμμα του καρφωμένο στη μάνα της.
Τουλάχιστον γεννήθηκα από έρωτα, σκέφτηκε κι ευχήθηκε, αν κάποτε αποκτούσε ένα παιδί, να ήταν από έρωτα.
Μια λευκή κόλα χαρτί, που από τα χρόνια είχε ελαφρώς κιτρινίσει στις άκρες, ήταν διπλωμένη στα δύο. Την άνοιξε σχεδόν ευλαβικά για να μην τη σκίσει και διάβασε μία και μόνο λέξη: ΣΥΓΓΝΩΜΗ.
Αυτή τη λέξη και μια απάντηση στο «γιατί», που της έτρωγε χρόνια την ψυχή, περίμενε η Πολυξένη από την Ασημίνα. Μα η συγγνώμη απαιτεί γενναιότητα και οι απαντήσεις αλήθεια, κι αυτή η γυναίκα δεν είχε καμία σχέση μ’ αυτές τις αξίες. Καταχράστηκε καθετί δικό της –την ταυτότητά της, τα γνήσια έγγραφά της, την περιουσία της– κάνοντάς τη να νιώθει πως δεν ανήκει πουθενά· πως είναι… Πολύ-ξένη.
Θα έρθει άραγε η λύτρωση; Και αν ναι, για ποια από τις δύο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου