«Έλεγε πως οι κοκκινομάλλες γυναίκες είναι όμορφες
γιατί συνδυάζουν τη ζεστασιά της φωτιάς στο κεφάλι τους και την ήρεμη δύναμη
της γης με τη χρυσαφένια τους επιδερμίδα. Θυμίζουν, έλεγε, το φθινόπωρο που
ετοιμάζει τον σπόρο για την ανοιξιάτικη ανθοφορία. Τι να πω; Ήταν ποιητής ο
καλός μου. Αφού έβλεπε όλα αυτά, εγώ γιατί να έχω αντίρρηση; Έλεγε κι άλλα
πολλά, τόσο γλυκά, που με ξάφνιαζε, γιατί δεν ήμουν μαθημένη από τον Ορέστη σε
τέτοιες εκδηλώσεις αγάπης και θαυμασμού».
Έτσι έφυγε. Ένα μυθιστόρημα όπου η αφηγήτρια με
διεισδυτικό τρόπο, με ιδιαίτερη ψυχραιμία, άλλοτε με τρυφερότητα και άλλοτε με
οργή ή σαρκασμό, αφηγείται και κρίνει τα δρώμενα. Η ηρωίδα Ελένη αντιμετωπίζει
δυναμικά τις δυσκολίες του διορισμού της ως δασκάλας στην επαρχία και έρχεται
σε ρήξη με τον άντρα της Ορέστη γι’ αυτόν τον διορισμό αλλά και για το ποια
στάση πρέπει να κρατήσουν απέναντι στην ασθενή αδελφή της.
Ένα βιβλίο βαθιά ανθρώπινο, που διαπραγματεύεται
θέματα που ταλανίζουν την οικογένεια και συγκινούν την κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου