Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

Αφιέρωμα | Ιβάν Σ. Τουργκένιεφ | Εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος (μέρος 'α)

 



Ο Ιβάν Σεργκέγεβιτς Τουργκένιεφ (1818-1883) είναι ένας από τους σημαντικούς Ρώσους πεζογράφους και θεατρικούς συγγραφείς του 19ου αιώνα. Αρχικά ασχολήθηκε με την ποίηση, γρήγορα όμως στράφηκε στην πεζογραφία και τη δραματουργία. Αν και γεννήθηκε σε πλούσια αριστοκρατική οικογένεια, η οποία είχε πολλούς δουλοπάροικους στην ιδιοκτησίας της, αγωνίσθηκε σθεναρά για την κατάργηση της δουλοπαροικίας. Το 1833 άρχισε να σπουδάζει φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και από το 1838 συνέχισε τις σπουδές του στο Βερολίνο. Μετά την επιστροφή του στη Ρωσία το 1841, εργάστηκε στο υπουργείο Εσωτερικών αλλά, σύντομα, αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη συγγραφή. Η λογοκρισία δεν επέτρεψε να ανέβουν όλα τα θεατρικά του έργα επί σκηνής, μερικά από τα οποία σήμερα θεωρούνται ορόσημα στην ιστορία του ρωσικού θεάτρου. Η γνωριμία του με την τραγουδίστρια της όπερας Παυλίνα Βιαρντό, η οποία ήταν και ο μεγάλος αλλά ανεκπλήρωτος έρωτας της ζωής του, τον παρακίνησε να ταξιδεύει συχνά στην Ευρώπη προκειμένου να βρίσκεται κοντά της. Δεδομένης της αντίδρασης που συναντούσε από τη ρωσική κοινωνία η άποψη για τον εξευρωπαϊσμό της Ρωσίας -άποψη την οποία υποστήριζε σθεναρά ο Τουργκένιεφ-, η αρνητική κριτική στο μυθιστόρημα του “Πατέρες και παιδιά” (1863) στάθηκε η αφορμή για να εγκαταλείψει τη χώρα οριστικά· αρχικά, εγκαταστάθηκε στο Μπάντεν-Μπάντεν της Γερμανίας, ενώ σύντομα μετακόμισε στο Λονδίνο και, τελικά, το 1871 έγινε μόνιμος κάτοικος του Παρισιού. Εκεί γνώρισε επιτέλους την αναγνώριση, εξελέγη μάλιστα αντιπρόεδρος του Διεθνούς Λογοτεχνικού Συνεδρίου το 1878, ενώ το επόμενο έτος τού απονεμήθηκε τιμητικός τίτλος από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ακόμη και η Ρωσία του επιφύλασσε θερμότατη υποδοχή όποτε την επισκεπτόταν. Έργα του: “Ανοιξιάτικα νερά”, “Μουμού” (1854), “Άσία” (1858), “Πρώτη αγάπη” (1860), “Ο βασιλιάς Ληρ στη στέπα” (1870) "Ρούντιν" (1856), “Μια φωλιά ευγενών” (1859), “Την παραμονή” (1860), “Πατέρες και παιδιά” (1862), "Ο καπνός" (1867), κ.α.







Μέχρι που αντίκρισε την Τζέμα, ο Σάνιν δεν είχε δοκιμάσει ποτέ στη ζωή του τον κεραυνοβόλο έρωτα. Αλλά η σκληρή πραγματικότητα -στο πρόσωπο της Μαρίας Νικολάγιεβνα- τον δίδαξε ότι η αγάπη και ο έρωτας είναι απλές ψευδαισθήσεις, όνειρα και φαντασιώσεις που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στον πόνο και στην πίκρα...

Ο Τουργκένιεφ και στο έργο του αυτό αναδεικνύεται “ποιητής”. Ύφος μουσικό και γοητευτικό, άπειρη χάρη και λεπτότητα, σκέψεις σπινθηροβόλες μαζί με έντονη λυρική ανάταση και έξαρση.







Η γλώσσα όλων των Ρώσων κλασικών είναι μαγευτική σ’ όλα τα έργα τους. Αλλά η γλώσσα του Ι. Σ. Τουργκένιεφ ξεχωρίζει σε χάρη και κομψότητα. Ο συγγραφέας των “Ανοιξιάτικων νερών”, του “Ρούντιν” κ.ά. κεντάει με τη ρωσική γλώσσα χαρακτήρες, την ομορφιά των ηρωίδων του, την καλοσύνη και την αφέλεια του μουζίκου, τα τοπία, την απλή, φτωχική καθημερινή ζωή στις ίζ-μπες και την πλούσια και σπάταλη ζωή του τσιφλικά στο αρχοντικό του. Ο Τ. είναι ο μάγος της γλώσσας, το πρώτο βιολί στη μουσική της, στο μεγαλείο της, στην ασύγκριτη ομορφιά της!








Ο Ιβάν Τουργκένιεφ και στη νουβέλα αυτή είναι κομψοτέχνης της ρωσικής γλώσσας και βαθύς αναλυτής των λεπτών αισθημάτων. Η ευχέρεια του να παρουσιάζει ανάγλυφα την ευγένεια, την καλοσύνη, την τιμιότητα κλπ. των ηρώων του με καταπληκτική ενάργεια ξαφνιάζει τον αναγνώστη. Η ανατομία των χαρακτήρων, η αφέλεια, η άδολη πονηρία τους συγκινούν βαθύτατα. Νέοι και ηλικιωμένοι, άντρες και γυναίκες συζητάνε άνετα, φυσικά, ανθρώπινα. Ο Ιβάν Τουργκένιεφ είναι αριστοτέχνης του διαλόγου, ένας μάγος της συνομιλίας ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους πάνω σε απλά θέματα της καθημερινής ζωής...






Η “Πρώτη αγάπη” γράφηκε στα 1860. Ο συγγραφέας γι’ αυτή τη νουβέλα είχε πει επανειλημμένα: “Έχω περιγράψει ένα πραγματικό γεγονός χωρίς τίποτα να προσθέσω εκεί μέσα και, όταν το ξαναδιαβάζω, τα πρόσωπα ορθώνονται μπροστά μου, λες και ήτανε ζωντανά”.

Το ωμό θέλγητρο του έργου έκανε τον Φλωμπέρ να λέει: “Για μένα, είναι το τέλειο”.

Η νουβέλα “Αντσάρ”, γράφτηκε στα 1854. Το αντσάρ είναι δέντρο φαρμακερό της στέπας. Την εποχή που ο συγγραφέας γράφει το Αντσάρ ο έρωτας γι’ αυτόν ήταν “σαν τη χολέρα”, μια σκλαβοποίηση, πηγή θανάτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις