Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΒΟΥΚΑΜΒΙΛΙΑ



Ακόμα ένα καυτό καλοκαίρι στο χωριό. Στην άλλη άκρη του κόσμου. Στο σπίτι των παιδικών μου χρόνων. Με την ανθισμένη Βουκαμβίλια να στολίζει την αυλή και την Ελιά να στέκει μόνη λίγο παραπέρα. Μόνη κι εγώ. Πάντα μόνη. Εγώ και τα βιβλία μου. Εγώ και η μοναξιά μου. «Η μοναξιά της Τζένης» ωραίος τίτλος για βιβλίο. Μπααα.


Μόνη και πάλι στην απέραντη παραλία. Μόνη σε διπλό κρεβάτι. Μόνη για φαγητό και για ποτό αργότερα το βράδυ. Με τους ντόπιους ποτέ δεν τα πήγαινα καλά. Κλειστή κοινωνία. Στενά μυαλά. Άνθρωποι παλαιών αρχών. Σήμερα κάνει πολλή ζέστη. Ήπια τον καφέ μου και κατέβηκα για μπάνιο. Έκανα μια βουτιά και άπλωσα λάδι σε όλο μου το κορμί. Καίγομαι ολόκληρη. Θέλω έναν άντρα και τον θέλω τώρα. Άνοιξα ένα βιβλίο μπας και ξεχαστώ. Πέρασε μισή ώρα. Ίσως και παραπάνω.


Και ξαφνικά το όνειρό μου έγινε πραγματικότητα. Τον είδα. Αυτόν. Να βγαίνει από τη θάλασσα. Ψηλός, ηλιοκαμένος, με καταγάλανα μάτια και κοιλιακούς σκακιέρα. Έτοιμη να του παραδοθώ. Έτοιμη να γίνω σκλάβα του. Να κυλιστώ μαζί του στην άμμο. Ακόμα και στην κόλαση. Δεν μου έδωσε καμιά σημασία. Η απογοήτευση σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου. Μαύρες σκέψεις πλημμύρισαν το μυαλό μου. Μήπως πάχυνα; Μήπως ασχήμυνα; Μήπως δεν μου πάνε τα μαλλιά; Δεν φόρεσα το κατάλληλο μαγιό; Αφού ήταν άκρως αποκαλυπτικό… 


Γύρισα σπίτι αποφασισμένη. Ήθελα να τον κάνω δικό μου. Μόνο δικό μου. Έστω για μια βραδιά. Για ένα one night stand. Έφαγα παγωμένο σταφύλι και ήπια μια μπύρα. Κοιμήθηκα. Αργά το απόγευμα ξύπνησα και έκανα ένα κρύο ντουζ αλλά η κάψα μου δεν έσβηνε με τίποτα. Το βράδυ ήμουν μια θεά. Κοντό φόρεμα, βαθύ ντεκολτέ και ψηλοτάκουνες γόβες. Χωρίς εσώρουχο φυσικά. Πήγα για φαγητό στο ακριανό εστιατόριο και εν συνεχεία για ένα δροσερό κοκτέιλ στο μπαράκι του μόλου.




Μια έκπληξη με περίμενε. Ήταν κι αυτός εκεί. Ξυπόλητος. Με μια τζιν βερμούδα κι ένα λευκό πουκάμισο ξεκούμπωτο. Με πλησίασε. Πιάσαμε την κουβέντα. Μου είπε ότι μόλις χώρισε και είχε έρθει στο χωριό για λίγες μέρες. Ήθελε να ξεφύγει. Ήθελε να ξεσκάσει. Φάνηκε ότι είχε επίπεδο αφού είχε διαβάσει κάποια από τα βιβλία μου. Ήπιαμε πολύ. Μου πρότεινε να με συνοδεύσει μέχρι το σπίτι. Η ώρα κόντευε 4. Δεν του αρνήθηκα. Δεν μιλούσα καθόλου. Τον άφησα να έχει εκείνος το πάνω χέρι.



Καθώς περπατούσαμε μου απήγγειλε στίχους του Οδυσσέα Ελύτη. Μετά από λίγο φτάσαμε στο σπίτι. Ξαπλώσαμε στο διπλό κρεβάτι και έκλεισα τα μάτια. Ναι το ομολογώ. Ναι του παραδόθηκα. Χάδια και φιλιά είχανε τον πρώτο ρόλο. Ξεσκιστήκαμε σαν λυσσασμένα σκυλιά. Το πρωί είχε γίνει άνεμος. Είχε φύγει. Μόνο στην αυλή μου έμεινε ανθισμένη η Βουκαμβίλια μου να καμαρώνει κι εγώ γεμάτη ικανοποίηση να χαμογελώ στον ήλιο που ανατέλλει.      






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Βιβλιοπρόταση | Felicia Kingsley | Θα σε περιμένω στο Σέντραλ Παρκ | Εκδόσεις Μίνωας

  ΤΟ ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ 2,5 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΑΝΤΙΤΥΠΑ   ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΜΑΤΗ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤ...