Ποια ήταν η κινητήριος δύναμη για να
γραφτεί αυτό το βιβλίο;
Μελετώντας κανείς τις στρατιωτικές
επιχειρήσεις που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας (1919-1922)
-και κυρίως τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1922- διαπιστώνει ότι
χιλιάδες υπήρξαν οι Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες που αιχμαλωτίστηκαν από
τους Τούρκους. Αυτομάτως λοιπόν γεννήθηκαν ορισμένα αυθόρμητα ερωτήματα: Ποια
υπήρξε η τύχη αυτών των αιχμαλώτων πολέμου; Υπέστησαν και αυτοί μαζική εξόντωση
και δέχθηκαν βίαιες συμπεριφορές από τους Τούρκους δεσμώτες τους, όπως οι
ομοεθνείς και ομόθρησκοί τους Μικρασιάτες, ή έγιναν αποδέκτες του Διεθνούς
Ανθρωπιστικού Δικαίου για τους αιχμαλώτους πολέμου; Ποιες ήταν οι συνθήκες
διαβίωσής τους στα τουρκικά στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μ. Ασίας; Με αφορμή
λοιπόν αυτά τα ερωτήματα, και καθώς δεν υπήρχε σχετική βιβλιογραφία, ξεκίνησε η
έρευνα για την απάντησή τους και τη συνακόλουθη κάλυψη του εν λόγω
βιβλιογραφικού κενού.
Πόσα χρόνια κάνατε έρευνα για να το
γράψετε;
Η έρευνα σε διάφορα ιστορικά αρχεία (Γενικά
Αρχεία του Κράτους, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού
Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών, Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού κ.α.)
και η συγγραφή του βιβλίου διήρκησαν περισσότερο από τρία χρόνια.
Υπήρξαν δυσκολίες που αντιμετωπίσατε κατά
τη διάρκεια της συγγραφής;
Η έρευνα πάντοτε συναντά δυσκολίες, οι
οποίες σχετίζονται είτε με την αναζήτηση του αρχειακού υλικού, είτε με
περιορισμούς στη μελέτη του. Στην προκειμένη περίπτωση οι όποιες δυσκολίες
προέκυψαν κατά τη διάρκεια συγγραφής του βιβλίου αφορούσαν στον εντοπισμό του
σχετικού με τους αιχμαλώτους αρχειακού υλικού.
Τι μηνύματα θέλετε να περάσετε στους
αναγνώστες;
Το βιβλίο
αναδεικνύει μία σχετικά άγνωστη πτυχή της Μικρασιατικής Καταστροφής, εξίσου
καταθλιπτική και βαριά όσο η ήττα, ο ξεριζωμός, η προσφυγιά και η εξόντωση των
ελληνικών πληθυσμών της Μ. Ασίας. Άγνωστη ενδεχομένως, γιατί και ο ίδιος ο
ελληνικός στρατός αποσιώπησε το όλο θέμα και το άφησε να περάσει στην αφάνεια,
καθώς του υπενθύμιζε τη βαριά ήττα που υπέστη στα μικρασιατικά εδάφη. Τη λήθη
αυτή ευελπιστούμε να μετατρέψουμε με το βιβλίο σε μνήμη. Συγχρόνως οι εικόνες
που παρουσιάζονται ανάγλυφα μέσα από τα αποσπάσματα των απομνημονευμάτων θα
φέρουν τον αναγνώστη αντιμέτωπο με ορισμένες καταστάσεις που
ξεπερνούν τη φαντασία του. Δυστυχώς όμως είναι απολύτως αληθινές και οδηγούν
στη βεβαιότητα ότι η μεταχείριση των Ελλήνων αιχμαλώτων πολέμου της
Μικρασιατικής Εκστρατείας αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου
-ολόκληρου του 20ού αιώνα- σε βάρος αιχμαλώτων.
Πιστεύετε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται;
Η Ιστορία αυτή καθ’ εαυτή δεν
επαναλαμβάνεται, αλλά νοοτροπίες και συμπεριφορές που οδηγούν σε εγκλήματα
πολέμου, πάντα συνέβαιναν και από ότι φαίνεται θα συνεχίσουν να συμβαίνουν,
αφού οι άνθρωποι επαναλαμβάνουν λάθη του παρελθόντος.
Ποια υπήρξε η τύχη αυτών των ανθρώπων το
χρονικό διάστημα 1919-1924;
Οι Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου
στα τουρκικά στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μ. Ασίας στερήθηκαν την οποιαδήποτε
βοήθεια, γεγονός που συντέλεσε στο να καταγραφούν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά
θνησιμότητας κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας τους, τα οποία -με συντηρητικούς
υπολογισμούς- άγγιξαν το 53%. Ήταν δηλαδή πολύ
ανώτερα από τα αντίστοιχα ποσοστά όλων των αντιπάλων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εντύπωση
προκαλεί όχι μόνο ο μεγάλος όγκος των θανάτων, αλλά και η ταχύτητα με την οποία
ολοκληρώθηκε η εξόντωση των Ελλήνων αιχμαλώτων. Βασικός παράγοντας για την
υψηλή θνησιμότητα των Ελλήνων υπήρξε η αφαίρεση των ενδυμάτων και των
υποδημάτων κατά τη διάρκεια των πολυήμερων πορειών τους -στο αρχικό δηλαδή στάδιο
της αιχμαλωσίας τους-, γεγονός που πολλαπλασίασε την υπερέκθεσή τους σε
εξαιρετικά άσχημες καιρικές συνθήκες. Ταυτόχρονα σημειώθηκαν περιστατικά
μαζικών εκτελέσεων των αιχμαλώτων από τους δεσμώτες τους.
Ποιες ήταν οι συνθήκες διαβίωσής τους κατά
την πολύμηνη αιχμαλωσία τους;
Η ακατάλληλη ή
περιορισμένη διατροφή των αιχμαλώτων, η λειψυδρία, η απάνθρωπη διαβίωσή τους ιδίως
τους χειμερινούς μήνες (έλλειψη ιματισμού, υποδημάτων, κλινοσκεπασμάτων,
θέρμανσης κ.λπ.), οι ατελείωτες ώρες εργασίας τους, οι συνεχείς βιαιοπραγίες σε
βάρος τους, οι επιδημίες και οι ασθένειες (π.χ. εξανθηματικός τύφος, ευλογιά,
δυσεντερία, διάρροια, πνευμονικά νοσήματα, ελονοσία, σκορβούτο/αβιταμίνωση,
κρυοπαγήματα κ.λπ.) αύξησαν σημαντικά τη θνησιμότητα των Ελλήνων αιχμαλώτων στα
στρατόπεδα συγκέντρωσης, με συνέπεια να μειωθεί -σε σύντομο χρονικό διάστημα-
αισθητά το ανθρώπινο δυναμικό τους.
Πόσοι, τελικά, από αυτούς επέστρεψαν στην
πατρίδα;
Είναι
ανέφικτο να υπολογίσει κανείς με ακρίβεια τον αρχικό αριθμό των αιχμαλώτων
πολέμου. Παρά ταύτα θεωρούμε ότι οι 34.050 Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου, τον
αριθμό των οποίων πρώτοι γνωστοποίησαν οι Τούρκοι -μετά την κατάρρευση του
μικρασιατικού μετώπου- ως στοιχείο της μεγάλης τους νίκης επί του αντιπάλου
τους, αντικατοπτρίζει το πραγματικό σύνολο όσων Ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών
αιχμαλωτίστηκαν στη Μ. Ασία τη χρονική περίοδο 1919-1922. Από αυτούς, με βάση τα πλέον αξιόπιστα
στοιχεία που παρουσιάζονται στο βιβλίο, επαναπατρίστηκαν μόνο οι 16.061
αιχμάλωτοι.
Πότε και με ποιον τρόπο πραγματοποιήθηκε ο
επαναπατρισμός τους;
Ο επαναπατρισμός των Ελλήνων αιχμαλώτων
στρατιωτών -παρά τα όσα όριζαν οι σχετικές διπλωματικές πράξεις για άμεση
παλιννόστηση- πραγματοποιήθηκε σταδιακά σε χρονικό διάστημα περίπου δεκατριών
μηνών (Απρίλιος 1923-Απρίλιος 1924), με το μεγαλύτερο ωστόσο όγκο τους να
καταφτάνει στον ελλαδικό χώρο τον Απρίλιο του 1923 και τον Αύγουστο του ίδιου
χρόνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου